Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αὖσις
Αὐσονία
ἀυσταλέος
αὐσταλέος
αὐστηρία
αὐστηρόπρακτος
αὐστηρός
αὐστηρότης
ἀυτά
αὐτάγγελος
αὐτάγητος
αὐταγρεσία
αὐτάγρετος
αὐτάδελφος
αὐταιώρητος
αὔτανδρος
αὐτανέψιος
αὐτάρ
αὖταρ
αὐταρέσκεια
αὐταρεσκέω
View word page
αὐτάγητος
conceited

ShortDef

conceited

Debugging

Headword:
αὐτάγητος
Headword (normalized):
αὐτάγητος
Headword (normalized/stripped):
αυταγητος
IDX:
15277
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15278
Key:

Data

{'content': 'conceited'}