Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αὐονή
αὐονή2
αὖος
αὐότης
ἀϋπνέω
ἀϋπνία
ἄϋπνος
αὔρα
αὔρη
αὔρηκτος
Αὐρηλία
Αὐρήλιος
αὐριβάτης
αὐρίγαμμος
αὐρίζω
αὐρινός
αὔριον
Αὐρογκολήιος
αὐροσχάς
αὐροφόρητος
αὖσις
View word page
Αὐρηλία
Aurelia

ShortDef

Aurelia

Debugging

Headword:
Αὐρηλία
Headword (normalized):
αὐρηλία
Headword (normalized/stripped):
αυρηλια
IDX:
15257
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15258
Key:

Data

{'content': 'Aurelia'}