Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀερσίλοφος
ἀερσίμαχος
ἀερσίνοος
ἀερσιπόρος
ἀερσίπος
ἀερσιπότης
ἀερσίπους
ἀερσίφρων
ἀερτάζω
ἀερώδης
ἀέρωσις
ἄεσα
ἀεσιφροσύνη
ἀεσίφρων
ἀέσκω
ἀέτειος
ἀετιδεύς
ἀετίτης
ἀετογενής
ἀετός
ἀετοφόρος
View word page
ἀέρωσις
rarefaction
ShortDef
rarefaction
Debugging
Headword:
ἀέρωσις
Headword (normalized):
ἀέρωσις
Headword (normalized/stripped):
αερωσις
IDX:
1523
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1524
Key:
Data
{'content': 'rarefaction'}