Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αὐξησίφως
αὐξητέον
αὐξητής
αὐξητικός
αὐξητός
αὔξι
αὐξίδημος
αὐξιθαλής
αὐξίκερως
αὔξιμος
αὖξις
αὐξίς
αὐξίτροφος
αὐξιφαής
αὐξίφωνος
αὐξιφωτέω
αὐξιφωτία
αὐξίφωτος
αὐξοβίος
αὐξομειόω
αὐξομείωσις
View word page
αὖξις
growth
ShortDef
growth
Debugging
Headword:
αὖξις
Headword (normalized):
αὖξις
Headword (normalized/stripped):
αυξις
IDX:
15233
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15234
Key:
Data
{'content': 'growth'}