Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αὔξη
Αὐξησία
αὔξησις
αὐξησίφως
αὐξητέον
αὐξητής
αὐξητικός
αὐξητός
αὔξι
αὐξίδημος
αὐξιθαλής
αὐξίκερως
αὔξιμος
αὖξις
αὐξίς
αὐξίτροφος
αὐξιφαής
αὐξίφωνος
αὐξιφωτέω
αὐξιφωτία
αὐξίφωτος
View word page
αὐξιθαλής
promoting growth

ShortDef

promoting growth

Debugging

Headword:
αὐξιθαλής
Headword (normalized):
αὐξιθαλής
Headword (normalized/stripped):
αυξιθαλης
IDX:
15230
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15231
Key:

Data

{'content': 'promoting growth'}