Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αὐξάνω
αὔξη
Αὐξησία
αὔξησις
αὐξησίφως
αὐξητέον
αὐξητής
αὐξητικός
αὐξητός
αὔξι
αὐξίδημος
αὐξιθαλής
αὐξίκερως
αὔξιμος
αὖξις
αὐξίς
αὐξίτροφος
αὐξιφαής
αὐξίφωνος
αὐξιφωτέω
αὐξιφωτία
View word page
αὐξίδημος
increasing the people

ShortDef

increasing the people

Debugging

Headword:
αὐξίδημος
Headword (normalized):
αὐξίδημος
Headword (normalized/stripped):
αυξιδημος
IDX:
15229
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15230
Key:

Data

{'content': 'increasing the people'}