Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀεροφόβος
ἀερόφοιτος
ἀεροφόρητος
ἀεροφυής
ἀέρρω
ἀερσίλοφος
ἀερσίμαχος
ἀερσίνοος
ἀερσιπόρος
ἀερσίπος
ἀερσιπότης
ἀερσίπους
ἀερσίφρων
ἀερτάζω
ἀερώδης
ἀέρωσις
ἄεσα
ἀεσιφροσύνη
ἀεσίφρων
ἀέσκω
ἀέτειος
View word page
ἀερσιπότης
high-soaring
ShortDef
high-soaring
Debugging
Headword:
ἀερσιπότης
Headword (normalized):
ἀερσιπότης
Headword (normalized/stripped):
αερσιποτης
IDX:
1518
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1519
Key:
Data
{'content': 'high-soaring'}