Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αὐλικός
αὔλιον
αὔλιος
αὖλις
Αὐλίς
αὐλίσκος
αὐλισμός
αὐλιστέον
αὐλιστήριον
αὐλιστρίς
αὐλίτης
αὐλοβόας
αὐλοδόκη
αὐλοθετέω
αὐλοθήκη
αὐλομανέω
αὐλομανής
αὐλομελῳδία
αὐλοποιΐα
αὐλοποιϊκή
αὐλοποιός
View word page
αὐλίτης
farm-servant
ShortDef
farm-servant
Debugging
Headword:
αὐλίτης
Headword (normalized):
αὐλίτης
Headword (normalized/stripped):
αυλιτης
IDX:
15188
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15189
Key:
Data
{'content': 'farm-servant'}