Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αὖλαξ
αὐλάρχης
αὔλειος
αὐλέω
αὐλή
αὔλημα
αὔλησις
αὐλήτης
αὐλητής
αὐλητικός
αὐλητρίς
ἀϋλία
αὐλία
αὐλιάδες
αὐλίζομαι
αὐλικός
αὔλιον
αὔλιος
αὖλις
Αὐλίς
αὐλίσκος
View word page
αὐλητρίς
an aulos-girl
ShortDef
an aulos-girl
Debugging
Headword:
αὐλητρίς
Headword (normalized):
αὐλητρίς
Headword (normalized/stripped):
αυλητρις
IDX:
15173
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15174
Key:
Data
{'content': 'an aulos-girl'}