Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αὖθις
αὐθιτελής
αὐθομολογέομαι
αὐθόρμητος
αὐθύπαρκτος
αὐθυπόστατος
αὐθυπότακτος
αὐθωρός
αὐΐαχος
αὐιαχός
αὐίδετος
αὐλαία
αὐλαῖος
αὐλακεργάτης
αὐλακίζω
αὐλακισμός
αὐλακοειδής
αὐλακόεις
αὐλακοτομέω
αὐλακώδης
αὖλαξ
View word page
αὐίδετος
unseen
ShortDef
unseen
Debugging
Headword:
αὐίδετος
Headword (normalized):
αὐίδετος
Headword (normalized/stripped):
αυιδετος
IDX:
15153
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15154
Key:
Data
{'content': 'unseen'}