Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αὐθιγενής
αὖθις
αὐθιτελής
αὐθομολογέομαι
αὐθόρμητος
αὐθύπαρκτος
αὐθυπόστατος
αὐθυπότακτος
αὐθωρός
αὐΐαχος
αὐιαχός
αὐίδετος
αὐλαία
αὐλαῖος
αὐλακεργάτης
αὐλακίζω
αὐλακισμός
αὐλακοειδής
αὐλακόεις
αὐλακοτομέω
αὐλακώδης
View word page
αὐιαχός
shouting loudly together

ShortDef

shouting loudly together

Debugging

Headword:
αὐιαχός
Headword (normalized):
αὐιαχός
Headword (normalized/stripped):
αυιαχος
IDX:
15152
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15153
Key:

Data

{'content': 'shouting loudly together'}