Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αὐθεύρετος
αὐθέψης
αὐθημερίζω
αὐθημερινός
αὐθήμερος
αὖθι
αὐθιγενής
αὖθις
αὐθιτελής
αὐθομολογέομαι
αὐθόρμητος
αὐθύπαρκτος
αὐθυπόστατος
αὐθυπότακτος
αὐθωρός
αὐΐαχος
αὐιαχός
αὐίδετος
αὐλαία
αὐλαῖος
αὐλακεργάτης
View word page
αὐθόρμητος
self-impelled
ShortDef
self-impelled
Debugging
Headword:
αὐθόρμητος
Headword (normalized):
αὐθόρμητος
Headword (normalized/stripped):
αυθορμητος
IDX:
15146
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15147
Key:
Data
{'content': 'self-impelled'}