Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αὐδά
αὐδάεις
αὐδάζομαι
αὐδάω
αὐδή
αὐδήεις
αὐερύω
αὐθάγιος
αὐθάδεια
αὐθάδης
αὐθαδία
αὐθαδίζομαι
αὐθαδικός
αὐθάδισμα
αὐθαδόστομος
αὔθαιμος
αὐθαίμων
αὐθαίρετος
αὐθέδραστος
αὐθέκαστος
αὐθεκαστότης
View word page
αὐθαδία
wilfulness, stubbornness

ShortDef

wilfulness, stubbornness

Debugging

Headword:
αὐθαδία
Headword (normalized):
αὐθαδία
Headword (normalized/stripped):
αυθαδια
IDX:
15118
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15119
Key:

Data

{'content': 'wilfulness, stubbornness'}