Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄτυκτος
ἀτύλωτος
ἀτύμβευτος
ἄτυμβος
Ἀτυμνιάδης
Ἀτύμνιος
ἄτυπος
ἀτύπωτος
ἀτυράννευτος
ἀτύρωτος
Ἄτυς
ἀτυφία
ἄτυφος
ἀτυχέω
ἀτύχημα
ἀτυχής
ἀτυχία
αὖ
αὗ
Αὑαίνου
αὐαίνω
View word page
Ἄτυς
Atys

ShortDef

Atys

Debugging

Headword:
Ἄτυς
Headword (normalized):
ἄτυς
Headword (normalized/stripped):
ατυς
IDX:
15075
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15076
Key:

Data

{'content': 'Atys'}