Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀτριάκαστος
ἀτρίακτος
ἀτρίαστος
ἀτρίβαστος
ἀτριβής
ἀτρίβων
ἄτριπτος
ἄτριστος
ἀτριχέω
ἄτριχος
ἀτριχόσαρκος
ἀτριψία
ἀτρόμητος
ἄτρομος
ἀτροπία
ἄτροπος
ἀτροφέω
ἀτροφία
ἄτροφος
ἀτρύγετος
ἀτρυγής
View word page
ἀτριχόσαρκος
smooth-skinned, not hairy
ShortDef
smooth-skinned, not hairy
Debugging
Headword:
ἀτριχόσαρκος
Headword (normalized):
ἀτριχόσαρκος
Headword (normalized/stripped):
ατριχοσαρκος
IDX:
15012
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15013
Key:
Data
{'content': 'smooth-skinned, not hairy'}