Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀτρεμία
ἀτρεμίζω
ἄτρεπτος
ἄτρεστος
Ἀτρεύς
ἄτρητος
ἀτριάκαστος
ἀτρίακτος
ἀτρίαστος
ἀτρίβαστος
ἀτριβής
ἀτρίβων
ἄτριπτος
ἄτριστος
ἀτριχέω
ἄτριχος
ἀτριχόσαρκος
ἀτριψία
ἀτρόμητος
ἄτρομος
ἀτροπία
View word page
ἀτριβής
not rubbed
ShortDef
not rubbed
Debugging
Headword:
ἀτριβής
Headword (normalized):
ἀτριβής
Headword (normalized/stripped):
ατριβης
IDX:
15006
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15007
Key:
Data
{'content': 'not rubbed'}