Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀτραπιτός
ἀτραπός
ἀτραυμάτιστος
ἀτράφαξυς
ἀτραφής
ἀτράχηλος
ἀτράχυντος
ἀτρεής
Ἀτρείδας
Ἀτρείδης
Ἀτρεΐων
ἀτρέκεια
ἀτρεκέω
ἀτρεκέως
ἀτρεκής
ἀτρέμα
ἀτρεμαῖος
ἀτρεμαιότης
ἀτρεμέω
ἀτρεμής
ἀτρεμία
View word page
Ἀτρεΐων
son of Atreus

ShortDef

son of Atreus

Debugging

Headword:
Ἀτρεΐων
Headword (normalized):
ἀτρεΐων
Headword (normalized/stripped):
ατρειων
IDX:
14986
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14987
Key:

Data

{'content': 'son of Atreus'}