Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀτράνωτος
ἀτράπεζος
ἀτραπίζω
ἀτραπιτός
ἀτραπός
ἀτραυμάτιστος
ἀτράφαξυς
ἀτραφής
ἀτράχηλος
ἀτράχυντος
ἀτρεής
Ἀτρείδας
Ἀτρείδης
Ἀτρεΐων
ἀτρέκεια
ἀτρεκέω
ἀτρεκέως
ἀτρεκής
ἀτρέμα
ἀτρεμαῖος
ἀτρεμαιότης
View word page
ἀτρεής
not to be feared

ShortDef

not to be feared

Debugging

Headword:
ἀτρεής
Headword (normalized):
ἀτρεής
Headword (normalized/stripped):
ατρεης
IDX:
14983
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14984
Key:

Data

{'content': 'not to be feared'}