Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀτρακτυλίς
ἀτρακτώδης
ἀτρανής
ἀτράνωτος
ἀτράπεζος
ἀτραπίζω
ἀτραπιτός
ἀτραπός
ἀτραυμάτιστος
ἀτράφαξυς
ἀτραφής
ἀτράχηλος
ἀτράχυντος
ἀτρεής
Ἀτρείδας
Ἀτρείδης
Ἀτρεΐων
ἀτρέκεια
ἀτρεκέω
ἀτρεκέως
ἀτρεκής
View word page
ἀτραφής
wasting, atrophic
ShortDef
wasting, atrophic
Debugging
Headword:
ἀτραφής
Headword (normalized):
ἀτραφής
Headword (normalized/stripped):
ατραφης
IDX:
14980
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14981
Key:
Data
{'content': 'wasting, atrophic'}