Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀεροδρομέω
ἀεροδρόμος
ἀεροειδής
ἀερόθεν
ἀεροκόραξ
ἀεροκώνωψ
ἀερολέσχης
ἀερομαντεία
ἀερόμαντις
ἀερομαχία
ἀερόμελι
ἀερομετρέω
ἀερομιγής
ἀερονηχής
ἀερονομέω
ἀερονομικός
ἀερόομαι
ἀεροπετής
ἀεροπέτης
ἀερόπλανος
ἀεροπορέω
View word page
ἀερόμελι
oak-manna

ShortDef

oak-manna

Debugging

Headword:
ἀερόμελι
Headword (normalized):
ἀερόμελι
Headword (normalized/stripped):
αερομελι
IDX:
1493
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1494
Key:

Data

{'content': 'oak-manna'}