Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἄτιτος
Ἀτλαγενής
Ἀτλαντικός
Ἀτλαντίς
Ἄτλας
ἄτλας
ἄτλατος
ἀτλησικάρδιος
ἀτλητέω
ἄτλητος
ἀτμενία
ἀτμένιος
ἀτμεύω
ἀτμήν
ἄτμητος
ἀτμιάω
ἀτμιδόομαι
ἀτμιδοῦχος
ἀτμιδώδης
ἀτμίζω
ἀτμιστός
View word page
ἀτμενία
slavery, servitude
ShortDef
slavery, servitude
Debugging
Headword:
ἀτμενία
Headword (normalized):
ἀτμενία
Headword (normalized/stripped):
ατμενια
IDX:
14924
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14925
Key:
Data
{'content': 'slavery, servitude'}