Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀτίνακτος
ἀτιτάλλω
ἀτιτάλτας
ἀτίτης
ἄτιτος
Ἀτλαγενής
Ἀτλαντικός
Ἀτλαντίς
Ἄτλας
ἄτλας
ἄτλατος
ἀτλησικάρδιος
ἀτλητέω
ἄτλητος
ἀτμενία
ἀτμένιος
ἀτμεύω
ἀτμήν
ἄτμητος
ἀτμιάω
ἀτμιδόομαι
View word page
ἄτλατος
insufferable, dreadful

ShortDef

insufferable, dreadful

Debugging

Headword:
ἄτλατος
Headword (normalized):
ἄτλατος
Headword (normalized/stripped):
ατλατος
IDX:
14920
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14921
Key:

Data

{'content': 'insufferable, dreadful'}