Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀτιμόω
ἀτιμώρητος
ἀτίμωσις
ἀτίνακτος
ἀτιτάλλω
ἀτιτάλτας
ἀτίτης
ἄτιτος
Ἀτλαγενής
Ἀτλαντικός
Ἀτλαντίς
Ἄτλας
ἄτλας
ἄτλατος
ἀτλησικάρδιος
ἀτλητέω
ἄτλητος
ἀτμενία
ἀτμένιος
ἀτμεύω
ἀτμήν
View word page
Ἀτλαντίς
of Atlas, Atlantic

ShortDef

of Atlas, Atlantic

Debugging

Headword:
Ἀτλαντίς
Headword (normalized):
ἀτλαντίς
Headword (normalized/stripped):
ατλαντις
IDX:
14917
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14918
Key:

Data

{'content': 'of Atlas, Atlantic'}