Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄτιμος
ἀτιμόω
ἀτιμώρητος
ἀτίμωσις
ἀτίνακτος
ἀτιτάλλω
ἀτιτάλτας
ἀτίτης
ἄτιτος
Ἀτλαγενής
Ἀτλαντικός
Ἀτλαντίς
Ἄτλας
ἄτλας
ἄτλατος
ἀτλησικάρδιος
ἀτλητέω
ἄτλητος
ἀτμενία
ἀτμένιος
ἀτμεύω
View word page
Ἀτλαντικός
of Atlas, Atlantic

ShortDef

of Atlas, Atlantic

Debugging

Headword:
Ἀτλαντικός
Headword (normalized):
ἀτλαντικός
Headword (normalized/stripped):
ατλαντικος
IDX:
14916
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14917
Key:

Data

{'content': 'of Atlas, Atlantic'}