Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀτευκτέω
ἄτευκτος
ἀτευξία
ἀτευχής
ἀτέχναστος
ἀτεχνέω
ἀτεχνής
ἀτεχνία
ἀτεχνίτευτος
ἄτεχνος
ἀτεχνῶς
ἀτέχνως
ἀτέω
ἄτη
ἄτηκτος
ἀτημέλεια
ἀτημελέω
ἀτημελής
ἀτημέλητος
ἀτηρής
ἀτήρητος
View word page
ἀτεχνῶς
simply

ShortDef

simply

Debugging

Headword:
ἀτεχνῶς
Headword (normalized):
ἀτεχνῶς
Headword (normalized/stripped):
ατεχνως
IDX:
14871
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14872
Key:

Data

{'content': 'simply'}