Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀτένισις
ἀτενισμός
ἀτενιστός
ἄτερ
ἀτεραμνία
ἀτέραμνος
ἀτεραμνότης
ἀτεραμνώδης
ἀτεράμων
ἀτεράτευτος
ἀτερηδόνιστος
ἄτερθε
Ἁτέριος
ἀτερμάτιστος
ἀτέρμων
ἀτερπής
ἀτερψία
ἀτευκτέω
ἄτευκτος
ἀτευξία
ἀτευχής
View word page
ἀτερηδόνιστος
not worm-eaten

ShortDef

not worm-eaten

Debugging

Headword:
ἀτερηδόνιστος
Headword (normalized):
ἀτερηδόνιστος
Headword (normalized/stripped):
ατερηδονιστος
IDX:
14854
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14855
Key:

Data

{'content': 'not worm-eaten'}