Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀερίτης
ἄερκτος
ἀεροβαθής
ἀεροβατέω
ἀεροβάτης
ἀεροβατικός
ἀεροδινής
ἀεροδονεόμαι
ἀεροδόνητος
ἀεροδρομέω
ἀεροδρόμος
ἀεροειδής
ἀερόθεν
ἀεροκόραξ
ἀεροκώνωψ
ἀερολέσχης
ἀερομαντεία
ἀερόμαντις
ἀερομαχία
ἀερόμελι
ἀερομετρέω
View word page
ἀεροδρόμος
traversing the air

ShortDef

traversing the air

Debugging

Headword:
ἀεροδρόμος
Headword (normalized):
ἀεροδρόμος
Headword (normalized/stripped):
αεροδρομος
IDX:
1484
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1485
Key:

Data

{'content': 'traversing the air'}