Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀταβυρίτης
ἀταγία
ἀτακτέω
ἀτάκτημα
ἄτακτος
ἀταλαίπωρος
Ἀταλάντη
ἀτάλαντος
ἀταλάφρων
ἀτάλλω
ἄταλμα
ἀταλός
ἀταλόψυχος
ἀταμίευτος
ἀταξία
ἀτάομαι
ἀταπείνωτος
ἀτάρ
ἀταρακτέω
ἀταρακτοποιησία
ἀτάρακτος
View word page
ἄταλμα
frolic
ShortDef
frolic
Debugging
Headword:
ἄταλμα
Headword (normalized):
ἄταλμα
Headword (normalized/stripped):
αταλμα
IDX:
14786
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14787
Key:
Data
{'content': 'frolic'}