Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀσωματία
ἀσώματος
ἀσωματότης
ἀσωματόω
Ἀσωπίδες
Ἀσώπιος
Ἀσωπός
ἄσωστος
ἀσωτεῖον
ἀσωτεύω
ἀσωτία
ἄσωτος
ἄτα
ἀταβυρίτης
ἀταγία
ἀτακτέω
ἀτάκτημα
ἄτακτος
ἀταλαίπωρος
Ἀταλάντη
ἀτάλαντος
View word page
ἀσωτία
prodigality, wastefulness

ShortDef

prodigality, wastefulness

Debugging

Headword:
ἀσωτία
Headword (normalized):
ἀσωτία
Headword (normalized/stripped):
ασωτια
IDX:
14773
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14774
Key:

Data

{'content': 'prodigality, wastefulness'}