Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀσχολέω
ἀσχοληματικός
ἀσχολία
ἄσχολος
ἄσχυ
ἀσώδης
ἀσωματία
ἀσώματος
ἀσωματότης
ἀσωματόω
Ἀσωπίδες
Ἀσώπιος
Ἀσωπός
ἄσωστος
ἀσωτεῖον
ἀσωτεύω
ἀσωτία
ἄσωτος
ἄτα
ἀταβυρίτης
ἀταγία
View word page
Ἀσωπίδες
daughters of Asopos

ShortDef

daughters of Asopos

Debugging

Headword:
Ἀσωπίδες
Headword (normalized):
ἀσωπίδες
Headword (normalized/stripped):
ασωπιδες
IDX:
14767
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14768
Key:

Data

{'content': 'daughters of Asopos'}