Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀσχάλλω
ἄσχαστος
ἀσχέδωρος
ἄσχετος
ἀσχημάτιστος
ἀσχημονέω
ἀσχημοσύνη
ἀσχήμων
ἀσχιδής
ἀσχίον
ἀσχιστόπους
ἄσχιστος
ἀσχολέω
ἀσχοληματικός
ἀσχολία
ἄσχολος
ἄσχυ
ἀσώδης
ἀσωματία
ἀσώματος
ἀσωματότης
View word page
ἀσχιστόπους
not having cloven hoofs

ShortDef

not having cloven hoofs

Debugging

Headword:
ἀσχιστόπους
Headword (normalized):
ἀσχιστόπους
Headword (normalized/stripped):
ασχιστοπους
IDX:
14755
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14756
Key:

Data

{'content': 'not having cloven hoofs'}