Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀσφάλτιον
ἀσφαλτίτης
ἀσφαλτῖτις
ἄσφαλτος
ἀσφαλτοφόρος
ἀσφαλτόω
ἀσφαλτωδεύομαι
ἀσφαλτώδης
ἀσφαλών
ἀσφαραγέω
ἀσφαραγία
ἀσφάραγος
ἀσφάραγος2
ἀσφαραγωνία
ἄσφιγκτος
ἀσφοδέλινος
ἀσφοδελός
ἀσφόδελος
ἀσφοδελώδης
ἀσφράγιστος
ἀσφυγμία
View word page
ἀσφαραγία
root-stock of asparagus

ShortDef

root-stock of asparagus

Debugging

Headword:
ἀσφαραγία
Headword (normalized):
ἀσφαραγία
Headword (normalized/stripped):
ασφαραγια
IDX:
14729
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14730
Key:

Data

{'content': 'root-stock of asparagus'}