Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀεξίτροφος
ἀεξίφυλλος
ἀεξίφυτος
ἀέξω
ἀεργηλός
ἀεργία
ἀεργίη
ἀεργός
ἀέρδην
Ἀερία
ἀερίζω
ἀερικόν
ἀέρινος
ἀερίοικος
ἀέριος
ἀερίτης
ἄερκτος
ἀεροβαθής
ἀεροβατέω
ἀεροβάτης
ἀεροβατικός
View word page
ἀερίζω
to be like air
ShortDef
to be like air
Debugging
Headword:
ἀερίζω
Headword (normalized):
ἀερίζω
Headword (normalized/stripped):
αεριζω
IDX:
1469
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1470
Key:
Data
{'content': 'to be like air'}