Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀσύννευστος
ἀσυννεφής
ἀσυννόμως
ἀσύννοος
ἀσύνοπτος
ἀσυντακτικός
ἀσύντακτος
ἀσυνταξία
ἀσύντατος
ἀσυντέλεστος
ἀσυντελής
ἀσυντήρητος
ἀσύντονος
ἀσύντρητος
ἀσύντριπτος
ἀσυντρόχαστος
ἀσυνύπαρκτος
ἀσυρής
ἀσύρρηκτος
ἀσυσκεύαστος
ἀσυστασία
View word page
ἀσυντελής
not contributing, useless
ShortDef
not contributing, useless
Debugging
Headword:
ἀσυντελής
Headword (normalized):
ἀσυντελής
Headword (normalized/stripped):
ασυντελης
IDX:
14687
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14688
Key:
Data
{'content': 'not contributing, useless'}