Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀσυνάντητος
ἀσύναπτος
ἀσύναρθρος
ἀσυνάρμοστος
ἀσυνάρτητος
ἀσυνδεξίαστος
ἀσύνδετος
ἀσύνδηλος
ἀσυνέγκλιτος
ἀσυνείδητος
ἀσυνείκαστος
ἀσυνέλευστος
ἀσυνέμπτωτος
ἀσυνέξωστος
ἀσυνέργητος
ἀσυνεσία
ἀσυνετέω
ἀσυνετοποιός
ἀσύνετος
ἀσυνεχής
ἀσυνήθεια
View word page
ἀσυνείκαστος
not to be guessed, unintelligible

ShortDef

not to be guessed, unintelligible

Debugging

Headword:
ἀσυνείκαστος
Headword (normalized):
ἀσυνείκαστος
Headword (normalized/stripped):
ασυνεικαστος
IDX:
14660
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14661
Key:

Data

{'content': 'not to be guessed, unintelligible'}