Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄσυλος
ἀσύμβαμα
ἀσύμβατος
ἀσυμβίβαστος
ἀσύμβλητος
ἀσυμβολέω
ἀσύμβολος
ἀσύμμαχος
ἀσυμμετρία
ἀσύμμετρος
ἀσύμμικτος
ἀσυμμνημόνευτος
ἀσυμπαγής
ἀσυμπάθεια
ἀσυμπαθής
ἀσυμπέραντος
ἀσυμπέραστος
ἀσυμπερίφορος
ἀσύμπλεκτος
ἀσυμπλήρωτος
ἀσύμπλοκος
View word page
ἀσύμμικτος
incapable of blending

ShortDef

incapable of blending

Debugging

Headword:
ἀσύμμικτος
Headword (normalized):
ἀσύμμικτος
Headword (normalized/stripped):
ασυμμικτος
IDX:
14619
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14620
Key:

Data

{'content': 'incapable of blending'}