Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀσύγκτητος
ἀσύγχριστος
ἀσύγχυμος
ἀσύγχυτος
ἀσυγχώρητος
ἀσύζευκτος
ἀσύζυγος
ἀσυκοφάντητος
ἀσυλαῖος
ἀσυλεί
ἀσύλητος
ἀσυλία
ἀσύλληπτος
ἀσυλληψία
ἀσυλλογιστία
ἀσυλλόγιστος
ἄσυλος
ἀσύμβαμα
ἀσύμβατος
ἀσυμβίβαστος
ἀσύμβλητος
View word page
ἀσύλητος
inviolate
ShortDef
inviolate
Debugging
Headword:
ἀσύλητος
Headword (normalized):
ἀσύλητος
Headword (normalized/stripped):
ασυλητος
IDX:
14603
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14604
Key:
Data
{'content': 'inviolate'}