Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ἄστυρα
Ἀστυρηνός
ἀστυσία
ἀστυτίς
ἄστυτος
ἀστύτριψ
ἀστυφέλικτος
ἀστύφελος
ἄστυφος
ἀσυγγενής
ἀσυγγνώμων
ἀσύγγνωστος
ἀσύγγραφος
ἀσυγγύμναστος
ἀσυγκαταθετέω
ἀσυγκατάθετος
ἀσυγκέραστος
ἀσυγκίνητος
ἀσύγκλαστος
ἀσύγκλειστος
ἀσύγκλωστος
View word page
ἀσυγγνώμων
not pardoning, relentless
ShortDef
not pardoning, relentless
Debugging
Headword:
ἀσυγγνώμων
Headword (normalized):
ἀσυγγνώμων
Headword (normalized/stripped):
ασυγγνωμων
IDX:
14578
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14579
Key:
Data
{'content': 'not pardoning, relentless'}