Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ἀστύνοος
ἀστύξενοι
Ἀστυόχεια
Ἀστυόχη
Ἀστύοχος
ἀστυόχος
ἀστυπολέω
ἀστυπολία
Ἀστύπυλος
Ἄστυρα
Ἀστυρηνός
ἀστυσία
ἀστυτίς
ἄστυτος
ἀστύτριψ
ἀστυφέλικτος
ἀστύφελος
ἄστυφος
ἀσυγγενής
ἀσυγγνώμων
ἀσύγγνωστος
View word page
Ἀστυρηνός
of Astyra
ShortDef
of Astyra
Debugging
Headword:
Ἀστυρηνός
Headword (normalized):
ἀστυρηνός
Headword (normalized/stripped):
αστυρηνος
IDX:
14569
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14570
Key:
Data
{'content': 'of Astyra'}