Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀστροσκοπία
ἀστροτέχνημα
ἀστρούθιστος
ἀστροφαής
ἀστροφεγγής
ἀστροφόρος
ἄστροφος
ἀστροχίτων
ἀστρῷος
ἀστρωσία
ἄστρωτος
ἄστυ
Ἀστυάγης
Ἀστύαλος
Ἀστυάναξ
ἀστυάναξ
ἀστύαρχος
ἀστυβοώτης
ἀστυγειτνιάω
ἀστυγειτονέομαι
ἀστυγειτονικός
View word page
ἄστρωτος
without bed
ShortDef
without bed
Debugging
Headword:
ἄστρωτος
Headword (normalized):
ἄστρωτος
Headword (normalized/stripped):
αστρωτος
IDX:
14535
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14536
Key:
Data
{'content': 'without bed'}