Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀελλαῖος
ἀελλής
ἀελλοδρόμας
ἀελλόθριξ
ἀελλομάχος
ἀελλόπος
ἀελλόπους
Ἀελλώ
ἀελλώδης
ἀελπής
ἀελπτέω
ἀελπτία
ἄελπτος
ἄεμμα
ἀέναος
ἀεξίβιος
ἀεξίγυιος
ἀεξίκερως
ἀεξίνοος
ἀεξίτοκος
ἀεξίτροφος
View word page
ἀελπτέω
to have no hope

ShortDef

to have no hope

Debugging

Headword:
ἀελπτέω
Headword (normalized):
ἀελπτέω
Headword (normalized/stripped):
αελπτεω
IDX:
1449
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1450
Key:

Data

{'content': 'to have no hope'}