Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀστραγαλιστικός
ἀστραγαλόμαντις
ἀστράγαλος
ἀστραγαλώδης
ἀστραγαλωτός
Ἀστραῖος
ἀστραῖος
ἀστραλός
ἀστραπαῖος
ἀστραπή
ἀστραπηβολέω
ἀστραπηβόλος
ἀστραπηδόν
ἀστραπηφορέω
ἀστραπηφόρος
ἀστραποειδής
ἀστραπόπληκτος
ἀστραπτικός
ἀστράπτω
ἀστράρχη
ἀστρατεία
View word page
ἀστραπηβολέω
hurl lightnings

ShortDef

hurl lightnings

Debugging

Headword:
ἀστραπηβολέω
Headword (normalized):
ἀστραπηβολέω
Headword (normalized/stripped):
αστραπηβολεω
IDX:
14469
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14470
Key:

Data

{'content': 'hurl lightnings'}