Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀστραγάλισις
ἀστραγαλίσκος
ἀστραγαλιστής
ἀστραγαλιστικός
ἀστραγαλόμαντις
ἀστράγαλος
ἀστραγαλώδης
ἀστραγαλωτός
Ἀστραῖος
ἀστραῖος
ἀστραλός
ἀστραπαῖος
ἀστραπή
ἀστραπηβολέω
ἀστραπηβόλος
ἀστραπηδόν
ἀστραπηφορέω
ἀστραπηφόρος
ἀστραποειδής
ἀστραπόπληκτος
ἀστραπτικός
View word page
ἀστραλός
sturnus
ShortDef
sturnus
Debugging
Headword:
ἀστραλός
Headword (normalized):
ἀστραλός
Headword (normalized/stripped):
αστραλος
IDX:
14466
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14467
Key:
Data
{'content': 'sturnus'}