Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀστράβηλος
ἀστραβής
ἀστραβίζω
ἀστραβιστήρ
ἀστραγάλειος
ἀστραγαλίζω
ἀστραγαλῖνος
ἀστραγάλισις
ἀστραγαλίσκος
ἀστραγαλιστής
ἀστραγαλιστικός
ἀστραγαλόμαντις
ἀστράγαλος
ἀστραγαλώδης
ἀστραγαλωτός
Ἀστραῖος
ἀστραῖος
ἀστραλός
ἀστραπαῖος
ἀστραπή
ἀστραπηβολέω
View word page
ἀστραγαλιστικός
of the dice

ShortDef

of the dice

Debugging

Headword:
ἀστραγαλιστικός
Headword (normalized):
ἀστραγαλιστικός
Headword (normalized/stripped):
αστραγαλιστικος
IDX:
14459
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14460
Key:

Data

{'content': 'of the dice'}