Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀστεροσκόπος
ἀστεροφεγγής
ἀστερόφοιτος
ἀστερόω
ἀστερωπός
ἀστερωτός
ἀστέφανος
ἀστεφάνωτος
ἀστή
ἄστηλος
ἄστηνος
ἀστήρ
ἀστηρίδιον
ἀστήρικτος
ᾄστης
ἀστιβής
ἀστιγής
ἀστικός
ἄστικτος
ἀστιξία
ἀστίοχος
View word page
ἄστηνος
miserable
ShortDef
miserable
Debugging
Headword:
ἄστηνος
Headword (normalized):
ἄστηνος
Headword (normalized/stripped):
αστηνος
IDX:
14412
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14413
Key:
Data
{'content': 'miserable'}