Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀειφυγία
ἀειφυλλία
ἀείφυλλος
ἀείχλωρος
ἀειχρόνιος
ἀεκαζόμενος
ἀέκητι
ἀεκούσιος
ἀέκων
ἀέλιοι
ἄελλα
ἀελλαῖος
ἀελλής
ἀελλοδρόμας
ἀελλόθριξ
ἀελλομάχος
ἀελλόπος
ἀελλόπους
Ἀελλώ
ἀελλώδης
ἀελπής
View word page
ἄελλα
a stormy wind, whirlwind, eddy
ShortDef
a stormy wind, whirlwind, eddy
Debugging
Headword:
ἄελλα
Headword (normalized):
ἄελλα
Headword (normalized/stripped):
αελλα
IDX:
1438
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1439
Key:
Data
{'content': 'a stormy wind, whirlwind, eddy'}