Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀστεριαῖος
ἀστερίας
ἀστερίζω
ἀστερικός
Ἀστέριος
ἀστέριος
Ἀστερίς
ἀστερίσκιον
ἀστερίσκος
ἀστερισμός
ἀστερίτης
ἀστερίων
ἀστεροβλής
ἀστεροδίνητος
ἀστεροειδής
ἀστερόεις
ἀστέροθεν
ἀστερομαρμαρυγή
ἀστερόνωτος
ἀστεροόμματος
ἀστεροπά
View word page
ἀστερίτης
mythical precious stone

ShortDef

mythical precious stone

Debugging

Headword:
ἀστερίτης
Headword (normalized):
ἀστερίτης
Headword (normalized/stripped):
αστεριτης
IDX:
14383
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14384
Key:

Data

{'content': 'mythical precious stone'}