Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀστένακτος
ᾀστέον
ἄστεπτος
ἀστεργάνωρ
ἀστεργής
Ἀστερία
ἀστεριαῖος
ἀστερίας
ἀστερίζω
ἀστερικός
Ἀστέριος
ἀστέριος
Ἀστερίς
ἀστερίσκιον
ἀστερίσκος
ἀστερισμός
ἀστερίτης
ἀστερίων
ἀστεροβλής
ἀστεροδίνητος
ἀστεροειδής
View word page
Ἀστέριος
Asterius
ShortDef
Asterius
starred, starry
Debugging
Headword:
Ἀστέριος
Headword (normalized):
ἀστέριος
Headword (normalized/stripped):
αστεριος
IDX:
14377
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14378
Key:
Data
{'content': 'Asterius'}