Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀστεμφέως
ἀστεμφής
ἀστενακτί
ἀστένακτος
ᾀστέον
ἄστεπτος
ἀστεργάνωρ
ἀστεργής
Ἀστερία
ἀστεριαῖος
ἀστερίας
ἀστερίζω
ἀστερικός
Ἀστέριος
ἀστέριος
Ἀστερίς
ἀστερίσκιον
ἀστερίσκος
ἀστερισμός
ἀστερίτης
ἀστερίων
View word page
ἀστερίας
starred

ShortDef

starred

Debugging

Headword:
ἀστερίας
Headword (normalized):
ἀστερίας
Headword (normalized/stripped):
αστεριας
IDX:
14374
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14375
Key:

Data

{'content': 'starred'}