Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀστέγαστος
ἄστεγος
ἀστεΐζομαι
ἀστειολογία
ἀστειομελής
ἀστεῖος
ἀστειότης
ἀστέϊσμα
ἀστεϊσμός
ἄστεκτος
ἀστέλεφος
ἀστελέχης
ἀστεμφέως
ἀστεμφής
ἀστενακτί
ἀστένακτος
ᾀστέον
ἄστεπτος
ἀστεργάνωρ
ἀστεργής
Ἀστερία
View word page
ἀστέλεφος
leathern case for a lyre

ShortDef

leathern case for a lyre

Debugging

Headword:
ἀστέλεφος
Headword (normalized):
ἀστέλεφος
Headword (normalized/stripped):
αστελεφος
IDX:
14362
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-14363
Key:

Data

{'content': 'leathern case for a lyre'}